Ισχυρές πιέσεις που αποσκοπούν στην αλλαγή του νόμου Κατσέλη για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά ασκεί η τρόικα προς την Κυβέρνηση, οδηγώντας την κατάσταση στα άκρα και σε αυτόν τον ευαίσθητο τομέα...
Πιο συγκεκριμένα, στόχος της Τρόικας που ξεκάθαρα πλέον οδηγεί τις εξελίξεις σε κοινωνική πόλωση είναι η ενίσχυση των πιέσεων ώστε οι αφερέγγυοι πολίτες και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις να εξοφλήσουν τις τράπεζες κι όχι να παίρνουν μακροχρόνιες παρατάσεις.
Σύμφωνα με τα αιτήματα της τρόικας, «δεν είναι δυνατό επιχειρήσεις με δάνεια 500 χιλ. ευρώ ή και 1,5 εκατ. ευρώ να εντάσσονται στις ευνοϊκές ρυθμίσεις που αφορούν ουσιαστικά τους ευρισκόμενους σε αδυναμία Έλληνες δανειολήπτες».
Κάπως έτσι, πληροφορίες μιλούν για πλήρη ανατροπή των ανώτατων χρηματικών ορίων η οποία έχει τεθεί από τις δάνειες δυνάμεις στην κυβέρνηση, με αποτέλεσμα ήδη από τη Δευτέρα το πρωί να γίνεται μεγάλο παζάρι. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως εκτάκτως σήμερα το μεσημέρι ο υπουργός Ανάπτυξης Κωστής Χατζηδάκης συγκάλεσε έκτακτη σύσκεψη παρουσία των αρμόδιων υφυπουργών και γενικών γραμματέων για να συζητηθούν οι νέες αυτές παρεμβάσεις της Τρόικας.
Πρώτα οι τράπεζες μετά οι πολίτες
Κεντρική άποψη των τροϊκανών είναι πως μεταξύ πολιτών και τραπεζών υπερισχύει σε αυτήν την συγκυρία η στήριξη των δεύτερων καθώς η επανεκκίνηση της οικονομίας θα ξεκινήσει από τον χρηματοπιστωτικό τομέα. Οι ίδιες πηγές αναφέρουν πως στο σκεπτικό των τροϊκανών είναι να τεθεί «πλαφόν» για τις ρυθμίσεις των δανείων κοντά στις 200 ή 300 χιλ. ευρώ.
Από εκεί και πέρα, οι δανειολήπτες θα εντάσσονται σε μια λογική άλλη, καθώς «όποιος δανείστηκε τόσο υπερβολικά ποσά αυτομάτως σημαίνει πως είχε και ικανότητα να τα πάρει» σύμφωνα με το σκεπτικό των δανειστών.
Ένα πρόσθετο πρόβλημα όμως που η κυβέρνηση καλείται να λύσει είναι και η πλήρης αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού, ο οποίος τελικά δεν λειτούργησε παρά τη μεγάλη διαφήμιση που έγινε γι’ αυτόν. Βάσει στοιχείων που διαβιβάστηκαν στη Βουλή από τον υφυπουργό Ανάπτυξης Αθανάσιο Σκορδά, σε σύνολο 40.000 αιτήσεων για εξωδικαστικό συμβιβασμό, οι 27.000 έχουν τελικά οδηγηθεί στα δικαστήρια και από αυτές 5.000 υποθέσεις έχουν συζητηθεί.
Ήδη, 3.000 αποφάσεις έχουν δημοσιευθεί, εκ των οποίων το 50% οδήγησαν σε ρυθμίσεις και από αυτές μόλις το 0,1% των υποθέσεων κατέληξε σε ολική διαγραφή χρέους.
Περισσότερες από τις μισές των υποθέσεων κατέληξαν σε μερική διαγραφή, επειδή ο δανειολήπτης ήταν κάτοχος περιουσιακών στοιχείων (κατοικία), και οι υπόλοιπες υποθέσεις κατέληξαν σε κούρεμα του συνολικού χρέους κατά 60% κατά μέσο όρο.
Τέλος, από τις 3.000 αποφάσεις που δημοσιεύθηκαν, άλλο ένα 50% ήταν απορριπτικές σε αιτήσεις για ρυθμίσεις (10% για λόγους ουσίας, καθώς κρίθηκε ότι δεν εμπίπτουν στο νόμο, και 40% για τυπικούς λόγους). Αυτά τα δεδομένα έλαβε υπόψιν της και η Τρόικα η οποία απαίτησε ανατροπές. Κι αυτό διότι κυρίαρχη άποψη της ομάδας των δανειστών είναι πως «οι Έλληνες έχουν λίπος» άρα δεν πρέπει να υπάρχει νόμος αποφυγής των χρεών τους.